Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: στενοκαρδία
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
στενοκαρδία η [stenokarδía] Ο25 : η στηθάγχη.

[λόγ. < γαλλ. sténocardie < sténo- = στενο- + -cardie < αρχ. καρδ(ία) -ία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες