Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: σταμπάρισμα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σταμπάρισμα το [stambárizma] Ο49 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του σταμπάρω: Για το ~ του υφάσματος… || (μτφ.): Tο ~ του κλέφτη.

[σταμπάρ(ω) -ισμα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες