Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: σπλήνας
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σπλήνας ο [splínas] Ο3 λόγ. γεν. και σπληνός : (ανατ.) η σπλήνα: Ρήξη σπληνός.

[λόγ. < αρχ. σπλήν, αιτ. -ῆνα]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go