Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- σπάνω [spáno] Ρ1α : (λαϊκότρ.) σπάζω.
[μσν. σπάνω < σπά(ζω) μεταπλ. -νω με βάση το συνοπτ. θ. σπασ- κατά το σχ.: φτασ- (έφτασα) - φτάνω]
Ένα εγχείρημα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας για την υποστήριξη της ελληνικής γλώσσας στη διαχρονία της: αρχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, νέα ελληνική αλλά και στη συγχρονική της διάσταση.
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[μσν. σπάνω < σπά(ζω) μεταπλ. -νω με βάση το συνοπτ. θ. σπασ- κατά το σχ.: φτασ- (έφτασα) - φτάνω]
| © 2006 - 2008 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας | Δικαίωμα Πνευματικής Ιδιοκτησίας | Όροι Χρήσης |