Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: σούμο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σούμο το [súmo] Ο (άκλ.) : είδος ιαπωνικού αθλήματος πάλης μεταξύ υπέρβαρων παλαιστών.

[λόγ. < αγγλ. sumo (από τα ιαπων.)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες