Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: σοδομίτης
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σοδομίτης ο [soδomítis] Ο10 : που επιδίδεται στο σοδομισμό.

[λόγ. < γαλλ. sodomite (-ite = -ίτης) < υστλατ. sodomita (ίδ. σημ.) < Sodoma < ελνστ. Σόδομα (από τα εβρ.)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες