Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- σκωληκοειδίτιδα η [skolikoiδítiδa] Ο28 : (ιατρ.) φλεγμονή της σκωληκοειδούς απόφυσης: Εγχείρηση σκωληκοειδίτιδας.
[λόγ. σκωληκοειδ(ής) -ίτις > -ίτιδα μτφρδ. γαλλ. appendicite]



