Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: σκληράδα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σκληράδα η [skliráδa] Ο25α : (οικ.) η ιδιότητα του σκληρού, κυρίως στη σημ. 2· σκληρότητα.

[σκληρ(ός) -άδα]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go