Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: σιναπισμός
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σιναπισμός ο [sinapizmós] Ο17 : κατάπλασμα από σπόρους σιναπιού.

[λόγ. < ελνστ. σιναπισμός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες