Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: σημείωμα
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σημείωμα το [simíoma] Ο49 : σύντομο κείμενο που δίνει συνοπτικές πληροφορίες ή αποτελεί περίληψη ενός ειδικού θέματος: Bιογραφικό ~. Εισαγωγικό ~ σ΄ ένα βιβλίο. ~ του εκδότη. Kριτικό ~, κριτικό σχόλιο σε εφημερίδα, σε περιοδικό κτλ. || πρόχειρο και ολιγόλογο γράμμα: Tου άφησα ένα ~. || (οικ.) συστατικό γράμμα που αποβλέπει σε κάποιου είδους εξυπηρέτηση: Διορίστηκε με ~. || διπλωματικό έγγραφο το οποίο περιέχει περιληπτικά την προφορική αναφορά ενός πρεσβευτή προς την κυβέρνηση. σημειωματάκι το YΠΟKΟΡ.

[λόγ. εν. < ελνστ. σημειώματα τά `καταγραφή, πρακτικά΄ σημδ. γαλλ. note, notice]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σημειωματάριο το [simiomatário] Ο40 : μικρό τετράδιο ή μπλοκ στο οποίο καταγράφει κάποιος πρόχειρες σημειώσεις.

[λόγ. σημειωματ- (σημείωμα) -άριον]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες