Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- σημαίνων -ουσα -ον [siménon] Ε12 : (λόγ.) που είναι πολύ σημαντικός, που παίζει πολύ σπουδαίο ρόλο σε κπ. τομέα, του οποίου η επίδραση είναι πολύ μεγάλη: Σημαίνον πρόσωπο. Σημαίνουσα προσωπικότητα.
[λόγ. < αρχ. σημαίνων `που δηλώνει΄ (μεε. του σημαίνω) σημδ. αγγλ. significant]



