Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: σεξιστής
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σεξιστής ο [seksistís] Ο7 : μειωτικός χαρακτηρισμός εκείνου του οποίου ο τρόπος σκέψης και η συμπεριφορά επηρεάζονται περισσότερο ή λιγότερο συνειδητά από το σεξισμό.

[λόγ. < αγγλ. sexist (-ist = -ιστής)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go