Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: σατυρικός -ή -ό
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σατυρικός -ή -ό [satirikós] Ε1 : που ανήκει ή που αναφέρεται στο Σάτυρο1: Σατυρικό δράμα, ένα από τα είδη του αρχαίου δράματος, συνήθ. το τέταρτο δράμα μιας τετραλογίας, του οποίου ο χορός αποτελούνταν από Σατύρους και είχε σκωπτικό χαρακτήρα.

[λόγ. < αρχ. Σατυρικός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες