Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: σαπωνοποιείο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σαπωνοποιείο το [saponopiío] Ο39 : εργοστάσιο όπου κατασκευάζεται σαπούνι.

[λόγ. σαπων- (δες στο σαπούνι) -ο- + -ποιείον]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go