Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: σαντιγί
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σαντιγί η [sandijí] Ο (άκλ.) : κρέμα ζαχαροπλαστικής που γίνεται από χτυπημένη κρέμα γάλακτος και ζάχαρη: Φράουλες με ~. Tούρτα γαρνιρισμένη με κρέμα ~.

[λόγ. < γαλλ. φρ. crème Chantilly `κρέμα αλά Σαντιγί΄ < τοπων. Chantilly (κωμόπολη της Γαλλίας)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες