Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ρωμαιοκρατία η [romeokratía] Ο25 : η ιστορική περίοδος της επικράτησης της κυριαρχίας της αρχαίας Ρώμης σε ορισμένη χώρα ή σε όλον τον τότε γνωστό κόσμο· (πρβ. κοσμοκρατορία της Ρώμης): H ~ στην Ελλάδα.
[λόγ. Ρωμαί(ος) -ο- + -κρατία]



