Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ρυπαρογράφος ο [riparoγráfos] Ο18 : ως μειωτικός και περιφρονητικός χαρακτηρισμός για συντάκτη, συγγραφέα ρυπαρογραφημάτων.
[λόγ. < ελνστ. ῥυπαρογράφος `που ζωγραφίζει άσεμνα θέματα΄]



