Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ρινίτιδα η [rinítiδa] Ο28 : (ιατρ.) φλεγμονή του βλεννογόνου της μύτης: Xρόνια / οξεία ~. Aλλεργική ~.
[λόγ. < νλατ. rhinitis < αρχ. ῥιν- (ῥίς) `μύτη΄ -itis = -ίτις > -ίτιδα]



