Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ρητινοσυλλέκτης
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ρητινοσυλλέκτης ο [ritinosiléktis] Ο10 θηλ. ρητινοσυλλέκτρια [ritinosilé ktria] Ο27 : επαγγελματίας που μαζεύει το ρετσίνι από πεύκα ή άλλα κωνοφόρα δέντρα.

[λόγ. ρητίν(η) -ο- + συλλέκτης· λόγ. ρητινοσυλλέκ(της) -τρια]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες