Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ρεβιζιονισμός
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ρεβιζιονισμός ο [revizionizmós] Ο17 : (πολ.) η τάση ορισμένων σοσιαλιστών και κομμουνιστών προς αναθεώρηση και άρνηση της επαναστατικής τακτικής· αναθεωρητισμός: Tον διέγραψαν από το κόμμα ως οπαδό του σύγχρονου ρεβιζιονισμού και προδότη του αληθινού κομμουνισμού.

[λόγ. < γαλλ. révisionnisme (-isme = -ισμός)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go