Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ραχιτισμός
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ραχιτισμός ο [raxitizmós] Ο17 : η ραχίτιδα.

[λόγ. < γαλλ. rachitisme < rachit(ique) = ραχιτ(ικός) -isme = -ισμός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες