Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ραντάρ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ραντάρ το [radár] Ο (άκλ.) : συσκευή που εκμεταλλεύεται το φαινόμενο της ανάκλασης των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων και χρησιμοποιείται για τον εντοπισμό και τον προσδιορισμό της απόστασης αντικειμένων μη ορατών στον παρατηρητή: H οθόνη / η κεραία ενός ~. Iπτάμενο ~, αεροσκάφος εξοπλισμένο με πλήρες σύστημα ραντάρ.

[λόγ. < γαλλ. radar < αγγλ. radar (αρκτικόλ. ra(dio) d(etecting) a(nd) r(anging))]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες