Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ρακοκάζανο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ρακοκάζανο το [rakokázano] Ο41 : καζάνι για την απόσταξη στεμφύλων και την παρασκευή ρακής ή άλλων οινοπνευματωδών ποτών.

[ρακ(ί) -ο- + καζάν(ι) -ο]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες