Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: πυρότουβλο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πυρότουβλο το [pirótuvlo] Ο41 : τούβλο κατασκευασμένο από πυρίμαχο υλικό, για να αντέχει σε υψηλές θερμοκρασίες: Πυρότουβλα για το φούρ νο / για το τζάκι.

[λόγ. πυρο- + τούβλο μτφρδ. αγγλ. firebrick]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go