Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: πυθμένας
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πυθμένας ο [piθménas] Ο2 : η κάτω πλευρά (ιδίως η εσωτερική της επιφάνεια) δοχείου, σκεύους κτλ. το οποίο περιέχει υγρό ή προορίζεται για τοποθέτηση υγρών· πάτος: Ο ~ του βαρελιού / της δεξαμενής / του πηγα διού. || Ο ~ της θάλασσας / της λίμνης, ο βυθός.

[λόγ. < αρχ. πυθμήν, αιτ. -ένα `πάτος της θάλασσας΄]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go