Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: πρόκριση
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πρόκριση η [prókrisi] Ο33 : αποτέλεσμα, έκβαση μιας επιλεκτικής διαδικασίας: Οκτώ ομάδες κατάφεραν να πάρουν την ~ για την προημιτελική φάση του κυπέλλου. || (οικον.) ~ συναλλαγής, η σύγκριση μεταξύ διάφορων πράξεων οικονομικής συναλλαγής και η επιλογή εκείνης που αποφέρει το μεγαλύτερο κέρδος.

[λόγ. < ελνστ. πρόκρι(σις) `προτίμηση΄ -ση]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go