Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πρωτοκολλητής
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πρωτοκολλητής ο [protokolitís] Ο7 θηλ. πρωτοκολλήτρια [protokolítria] Ο27 : υπάλληλος που είναι υπεύθυνος για την πρωτοκόλληση εγγράφων.

[λόγ. πρωτοκολλη- (πρωτοκολλώ) -τής μτφρδ. γαλλ. enregistreur· λόγ. πρωτοκολλη(τής) -τρια]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες