Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πρωτοετής -ής -ές
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πρωτοετής -ής -ές [protoetís] Ε10 : για φοιτητή ή σπουδαστή που φοιτά στο πρώτο έτος μιας σχολής και ως ουσ. ο πρωτοετής.

[λόγ. πρωτο- + -ετής μτφρδ. αγγλ. first-year (student)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες