Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: προπαίδεια
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
προπαίδεια η [propéδia] Ο27 : πίνακας που περιέχει την πράξη του πολλαπλασιασμού για μαθητική χρήση: Mαθαίνω / ξέρω την ~.

[λόγ. < αρχ. προπαιδ(εύω) `διδάσκω από πριν΄ -εια]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
προπαιδεία η [propeδía] Ο25 : 1. η προπαρασκευαστική διδασκαλία, παιδεία: Mουσική ~. 2. το σύνολο των βασικών γνώσεων που έχει αποκτήσει κάποιος: Δυσκολεύτηκε στις σπουδές του, γιατί δεν είχε την απαιτούμενη ~.

[λόγ. < αρχ. προπαιδεία]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go