Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: προικοθήρας
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
προικοθήρας ο [prikoθíras] Ο3 : αυτός που επιδιώκει να βρει σύζυγο με μεγάλη προίκα.

[λόγ. προικ- (δες προίκα) -ο- + -θήρας]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go