Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: πραγματολογία
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πραγματολογία η [praγmatolojía] Ο25 : (γλωσσ.) κλάδος της γλωσσολογίας που μελετά τους τρόπους με τους οποίους το περιβάλλον, γλωσσι κό ή εξωγλωσσικό, επιδρά στην ερμηνεία ενός εκφωνήματος.

[λόγ. πραγματ- (πράγμα) -ο- + -λογία απόδ. γαλλ. pragmatique ή αγγλ. pragmatics]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go