Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- πολυαμίδιο το [poliamíδio] Ο42 : (χημ.) είδος πλαστικής ύλης με ευρεία χρήση: Tο μπουφάν έχει 20% ~ και 80% βαμβάκι.
[λόγ. < διεθ. poly- = πολυ- + amid (-id = -ίδιο)]



