Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ποδηλασία η [poδilasía] Ο25 : 1. η κίνηση, η μετακίνηση με ποδήλατο: Mε την ~ δυναμώνουν οι μύες των ποδιών. 2. άθλημα ή αθλητικός αγώνας, που διεξάγεται με ποδήλατα: Aγώνες / πρωτάθλημα / όμιλος ποδηλασίας.
[λόγ. ποδήλα(τον) -σία κατά το ελνστ. ἱππηλασία `οδήγημα αλόγων΄]



