Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: πλουραλισμός
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πλουραλισμός ο [pluralizmós] Ο17 : 1. φιλοσοφική θεωρία ή αντίληψη, που υποστηρίζει ότι η πραγματικότητα συγκροτείται από πολλαπλές, αυτοτελείς και ανεξάρτητες μεταξύ τους αρχές χωρίς να υπάρχει στη βάση τους μια κοινή θεμελιώδης αρχή: Εκπρόσωπος / οπαδός του φιλοσοφικού πλουραλισμού. 2. η πολλαπλότητα των ομάδων, οργανώσεων, θεσμών, απόψεων, ιδεών, αξιών, κοσμοθεωριών κτλ., που υφίστανται, που συνυπάρχουν ισότιμα στα πλαίσια μιας κοινωνίας ή ενός κράτους και ανταγωνίζονται μεταξύ τους για την απόκτηση επιρροής, δύναμης, εξουσίας: Kοινωνικός / καλλιτεχνικός / πολιτικός / τηλεοπτικός / μεθοδολογικός ~. Ο ~ στα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Ο ~ είναι το βασικό χαρακτηριστικό της δημοκρατίας. 3. πολιτική άποψη, θέση, που υποστηρίζει και επιδιώκει τον πλουραλισμό2: Ριζοσπαστικός / δημοκρατικός ~.

[λόγ. < γαλλ. pluralisme κατά το λατ. έτυμο pluralis `αποτελούμενος από πολ λά΄ (-isme = -ισμός)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go