Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πιτσιρικάς
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πιτσιρικάς ο [pitsirikás] Ο1 : (οικ.) ο πιτσιρίκος: Kαμιά δεκαριά πιτσιρικάδες κλοτσούσαν μια μπάλα.

[πιτσιρίκ(ι) -άς]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες