Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πιροσκί
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πιροσκί το [piroskí] Ο (άκλ.) : είδος ατομικής πίτας με γέμιση από τυρί ή κιμά κτλ. που συνηθίζεται στη Ρωσία.

[λόγ. < ρωσ. pirožki (προφ. [šk] )]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες