Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: πιεσόμετρο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πιεσόμετρο το [piesómetro] Ο42 : ειδικό όργανο μέτρησης της αρτηριακής πίεσης: Hλεκτρονικό ~.

[λόγ. πίεσ(ις) -ο- + -μετρον < γαλλ. piessio mètre < αρχ. πίεσι(ς) -ο- + -mètre = -μετρον]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go