Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: πεϊνιρλί
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πεϊνιρλί το [peinirlí] Ο43 : είδος πίτας (κομμάτι ζύμης με γέμιση από τυρί) που σερβίρεται ζεστή.

[τουρκ. peynirli (pogaça) `(μπουγάτσα) με τυρί΄]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go