Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: πευκόφυτος -η -ο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πευκόφυτος -η -ο [pefkófitos] Ε5 : για τόπο κατάφυτο από πεύκα: Πευκόφυτες πλαγιές.

[λόγ. πεύκ(ο) -ο- + -φυτος]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go