Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: περπατούρα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
περπατούρα η [perpatúra] Ο25α : όργανο κατασκευασμένο ειδικά για να στηρίζει και να βοηθά στο περπάτημα άτομα με σοβαρό πρόβλημα στήριξης και ισορροπίας ή βρέφη που επιχειρούν τα πρώτα τους βήματα.

[περπατ(ώ) -ούρα]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go