Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: περικάρπιο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
περικάρπιο το [perikárpio] Ο40 : (βοτ.) το περίβλημα των φυτικών καρπών.

[λόγ. < αρχ. περικάρπιον]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες