Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: παχυδερμία
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
παχυδερμία η [paxiδermía] Ο25 : 1. η ιδιότητα του παχύδερμου. || (ιατρ.) πάχυνση του δέρματος που οφείλεται σε υπερπλασία. 2. (μτφ.) συναισθηματική ή ηθική αναισθησία.

[λόγ.: 1: αρχ. παχυδερμία (στην ιατρ. σημ.)· 2: κατά τη σημ. του παχύδερμος2]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες