Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: παρηγορητής
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
παρηγορητής ο [pariγoritís] Ο7 θηλ. παρηγορήτρια [pariγorítria] Ο27 & παρηγορήτρα [pariγorítra] Ο25 : αυτός που παρηγορεί κπ. για κτ.: Ήρθε ~ στη δυστυχία μου.

[λόγ. παρηγορη- (παρηγορώ) -τής· λόγ. παρηγο ρη(τής) -τρια· παρηγορη(τής) -τρα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες