Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: παρεμβατισμός
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
παρεμβατισμός ο [paremvatizmós] Ο17 : η επέμβαση του κράτους ή των δημόσιων οργανισμών στην ιδιωτική οικονομία, στην αγορά, για τη ρύθμιση της λειτουργίας τους με βάση το ευρύτερο κοινωνικό συμφέρον: Kρατικός ~. H κυβέρνηση ασκεί πολιτική παρεμβατισμού.

[λόγ. παρεμβατ(ικός) -ισμός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες