Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- παρασυναγωγή η [parasinaγojí] Ο29 : 1. (εκκλ.) α. παράνομη ή μυστική συνάθροιση για τέλεση ιερουργίας αντίθετα με τις διατάξεις της Εκκλησίας και παρά τη γνώμη του επισκόπου. β. συνέλευση, σύνοδος σχισματικών ή αιρετικών κληρικών, ή λαϊκών και κληρικών παρά τους κανόνες της Εκκλησίας. 2. (αρνητικά) μυστική συνήθ. συνάθροιση ατόμων (κυρ. μελών μιας πολιτικής, κοινωνικής κτλ. οργάνωσης), που πραγματοποιείται έξω από τα τυπικά, θεσμοθετημένα πλαίσια λειτουργίας.
[λόγ. < ελνστ. παρασυναγωγή `αντίπαλη συνέλευση΄]



