Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- παραπολιτικός -ή -ό [parapolitikós] Ε1 : που έχει σχέση με το παρασκήνιο της πολιτικής: Παραπολιτικά σχόλια. Στην παραπολιτική στήλη της εφημερίδας δημοσιεύτηκε όλο το παρασκήνιο της συνάντησης των δύο πρωθυπουργών.
[λόγ. παρα- 1 πολιτικός]



