Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- παραλίμνιος -α -ο [paralímnios] Ε6 : που βρίσκεται δίπλα σε λίμνη: Παραλίμνιες περιοχές / εκτάσεις / πόλεις.
[λόγ. παρα- 1 λίμν(η) -ιος (πρβ. ελνστ. παράλιμνος ίδ. σημ.)]



