Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: παραδουλεύτρα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
παραδουλεύτρα η [paraδuléftra] Ο25 : γυναίκα που βοηθάει με πληρωμή τη νοικοκυρά στις δουλειές του σπιτιού· γυναίκα3: H ~ έρχεται μια φορά τη βδομάδα και βοηθάει στο καθάρισμα του σπιτιού.

[παρα- 1 δουλεύτρα]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go