Παράλληλη αναζήτηση
| 2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- παραγώνι το [paraγóni] Ο44 : (λαϊκότρ.) ο χώρος μπροστά στο τζάκι. || (επέκτ.) το τζάκι.
[παρα- 1 γων(ιά)3 -ι]
[Λεξικό Κριαρά]
- παραγωνιά η.
-
- Ο χώρος δίπλα στο τζάκι· (συνεκδ.) το τζάκι:
- χέζεις (ενν. κάτη) και την παραγωνιάν και χώνεις με την στάκτην (Διήγ. παιδ. 168).
[<παρα‑ + ουσ. γωνιά. Πβ. ουδ. παραγώνι σήμ.]
- Ο χώρος δίπλα στο τζάκι· (συνεκδ.) το τζάκι:



