Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: παραίσθηση
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
παραίσθηση η [parésθisi] Ο33 (συχνά πληθ.) : (ψυχιατρ.) αισθητηριακή αντίληψη που συνίσταται σε εσφαλμένη ερμηνεία του εξωτερικού ερεθίσματος που την προκαλεί, με αποτέλεσμα να αντιλαμβάνεται κάποιος (με τις αισθήσεις του) κτ. διαφορετικά από ό,τι είναι στην πραγματικότητα· (πρβ. ψευδαίσθηση): Aιτίες των παραισθήσεων είναι οι ψυχικές ασθένειες, ο φόβος, η κόπωση, διάφορες ουσίες, φάρμακα κτλ. Tο φάρμακο / το ναρκωτικό τού προκάλεσε παραισθήσεις. Δεν είναι ψυχολογικά καλά, έχει παραισθήσεις.

[λόγ. < ελνστ. παραίσθη(σις) `σφαλερή αντίληψη΄ -ση σημδ. γαλλ. halluci nation]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες